23 Απριλίου 2013

Τρια χρόνια μετά, οι μαφίες συνεχίζουν να αλωνίζουν

Πέρασαν κιόλας τρια χρόνια από τη μέρα που ο Γιώργος Παπανδρέου ανήγγειλε από το Καστελόριζο την ένταξή μας στον μηχανισμό στήριξης. Την αναγγελία της είδησης την δεχθήκαμε αν όχι με εχθρικότητα, τουλάχιστον με έντονο σκεπτικισμό. Τρια χρόνια μετά υπάρχουν άπειρες διαψευσμένες προβλέψεις, πράγματα που δεν εφαρμόστηκαν ποτέ, δεκάδες αναπάντητα ερωτήματα και εντυπωσιακές αλλαγές στην κοινωνία.

Το κλίμα που επικρατούσε τότε διεθνώς ήταν οτι η Ελλάδα "έπεσε έξω", είχε ξεγελάσει με τα ψευδή στοιχεία που έδινε για το έλλειμμα και οι αγορές έκλειναν. Όσο κι αν προσπαθούσαν κάποιοι να τονίσουν οτι το πρόβλημα δεν είναι τοπικό, αλλά ευρωπαϊκό, φαινόταν σαν να προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Η ίδια η Ευρώπη δεν ήταν έτοιμη να δεχθεί μία τέτοια άποψη. Το βάθος του προβλήματος άρχισε να διαφαίνεται σιγά σιγά, όταν την Ελλάδα ακολούθησε σειρά άλλων χωρών. Πλέον όλοι αποδέχονται οτι οι ρίζες του προβλήματος είναι βαθιές, μιλάμε για τεράστιο χάσμα Ευρωπαϊκού Νότου και Ευρωπαϊκού Βορρά. Προς το παρόν έχουμε μείνει σε αυτή τη διαπίστωση και αναμένουμε να ληφθεί κάποιου είδους απόφαση από όλες τις χώρες για το τι μέλλει γενέσθαι...

Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί σχετικά άνετα μετά από αυτά τα τρια χρόνια οτι "τα Μνημόνια δεν βγαίνουν και αποτελούν εμμονή στο λάθος". Τι είναι αυτό που "δεν βγαίνει" όμως; Κάθε φορά συζητάμε όλο και αγριότερα, όλο και αγριότερα μέτρα, απότοκο της μη εφαρμογής ήδη ψηφισμένων, των απωλειών στα έσοδα, της μη επαρκούς δημοσιονομικής προσαρμογής. Όλοι συνομολογούμε οτι κάποια στιγμή πρέπει σαν κοινωνία και σαν χώρα να πούμε ένα: φτάνει, ως εδώ ήταν οι αντοχές μας. Και για να πούμε αυτό το "φτάνει" σημαίνει οτι θα έχουμε κάνει τα πάντα, θα βλέπουμε οτι ζητούνται κι άλλα και δεν θα τα κάνουμε.

Γεννάται λοιπόν το ερώτημα: Τι έχουμε κάνει τα τρια αυτά χρόνια σαν χώρα και σαν κοινωνία; Σε ποιούς τομείς έχουμε βελτιωθεί, τι θυσίες έχουμε κάνει; Ποιά είναι τα γενναία βήματα που έχει κάνει το πολιτικό μας σύστημα;

Σαν κοινωνία έχουμε κάνει θαυμαστή υπομονή. Η ταραγμένη περίοδος που πέρασε η χώρα από το καλοκαίρι του 2011, μέχρι τον Νοέμβρη του 2011, έχει παρέλθει αφήνοντας στο πέρασμά της τέρατα. Έχουμε υπομείνει σχετικά στωικά περικοπές μισθών, επιδομάτων, συντάξεων, παρατηρούμε την όλο και αυξανόμενη ανεργία, έχουμε δεχθεί το ξεχαρβάλωμα των εργασιακών σχέσεων, εν ολίγοις έχουμε υπομείνει όλα εκείνα τα δημοσιονομικά μέτρα που προέβλεπε το Μνημόνιο....

21 Απριλίου 2013

30% των πολιτών πιστεύει οτι ήταν καλύτερα επι χούντας...

...Σύμφωνα με δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε όλως τυχαίως 21η Απριλίου στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία.

Αδυνατώ να καταλάβω τον λόγο για τον οποίο συμβαίνει αυτό, ουσιαστικά είναι άτοπο. Δηλαδή τι συγκρίνουμε, τη χούντα με τη χούντα; Σύμφωνα με τις αφηγήσεις που παρακολουθούμε τα τελευταία χρόνια, ζούμε σε μια επαίσχυντη χούντα, οπότε ο κουρνιαχτός που έχει ξεσπάσει τόσο για το ερώτημα της δημοσκόπησης όσο και για το εύρημα είναι υποκριτικός.
Προσωπικά δεν έχω ζήσει τη χούντα, οπότε εμπιστεύομαι όσους αξιόλογους ανθρώπους κραυγάζουν συνεχώς "χούντα", προφανώς κάτι παραπάνω θα γνωρίζουν για να χρησιμοποιούν έναν χαρακτηρισμό τέτοιου βάρους για την παρούσα κατάσταση, είναι γνωστό οτι με αυτά τα πράγματα δεν παίζουμε, οπότε λογικά δεν το χρησιμοποιούν ως "σχήμα λόγου". Ειδικά αν σκεφτούμε οτι μιλάμε για καθαρούς και ενάρετους ανθρώπους που αγωνίζονται για τα δικαιώματά μας, είτε εξ' αριστερών είτε εκ δεξιών, αποκλείεται να υιοθετούν τέτοιες υπερβολές, χωρίς να σκέφτονται τον όποιον αντίκτυπο.

Θεωρώ λοιπόν την αντίδραση ειδικά από μεριάς των ανθρώπων που το πρωί όταν ξυπνάνε τους λες καλημέρα και σου λένε "πού την είδες, την καλή τη μέρα, αφού έχουμε χούντα", πολύ υποκριτική. "Χούντα των Μνημονίων, της Μέρκελ, του ΔΝΤ" όπως και να έχει κατά την άποψή τους δεν έχουμε Δημοκρατία πάντως. Η περικοπή των συντάξεων και των μισθών, η ανεργία, τα δημοσιονομικά μέτρα, η δράση της αστυνομίας, επαρκούν για να τεκμηριωθεί η ύπαρξη χούντας στη χώρα. Επομένως (σε συνέχεια αυτού του αξιόλογου συλλογισμού) ένα χουντοφασιστοναζιστικό κόμμα, είναι λογικό να βρίσκεται στο Κοινοβούλιο μίας χώρας που έχει κατ' επίφαση Δημοκρατία, αλλά στην ουσία χουντικό πολίτευμα.

Απορώ γιατί σοκαρόμαστε με ένα τέτοιο δημοσκοπικό εύρημα, όταν επικρατεί η λογική "κάθε πέρυσι και καλύτερα", όταν υπάρχει μία μόνιμη αναπόληση του  παρελθόντος, όταν ο,τιδήποτε νέο και διαφορετικό πνίγεται. Σε αυτή τη χώρα έχουμε γεμίσει νοσταλγούς. Κανένας δεν ατενίζει με ελπίδα το μέλλον, οπότε δεν ασχολείται με αυτό και με όσα καλά μπορεί να μας περιμένουν σε βάθος χρόνου. Άλλοι νοσταλγούν την εποχή του Ανδρέα, άλλοι την εποχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή, άλλοι την εποχή του Μητσοτάκη και άλλοι την εποχή της χούντας. Και πού είναι το περίεργο όταν η τελευταία καταγεγραμμένη άποψη της Ελληνικής κοινωνίας σε σχέση με το πολίτευμα που αντικατόπτριζε και τις πεποιθήσεις, ήταν στο δημοψήφισμα του 1974;